Ήμουνα παιδί- δεν είχα τελειώσει ακόμα το Δημοτικό- όταν ο πατέρας μου μπήκε ένα μεσημέρι περιχαρής στο σπίτι μας, κρατώντας ανοιχτή, διάπλατα, μια εφημερίδα. «Τι συμβαίνει;», τον ρώτησε η μάνα μου. «Ο Στέλιος Κυριακίδης, ένας αθλητής μας, τερμάτισε πρώτος στον Διεθνή Μαραθώνιο της Βοστώνης!». Η μάνα μου δεν έδωσε καμιά σημασία. Εξακολούθησε να μαντάρει, με τη βελόνα και το ξύλινο αυγό, μια κάλτσα μου φαγωμένη στη φτέρνα.
Ο πατέρας μου, όμως, δεν μπορούσε να κρύψει τη χαρά του. Βγήκε στην αυλή, βγήκε στη γειτονιά, ανηφόρισε ώς την πλατεία Κυριακού, αναγγέλλοντας το «μεγάλο νέο». Σε λίγο, γύρω του, είχαν μαζευτεί καμιά τριανταριά γείτονες, που επαναλάμβαναν, συνεχώς, το όνομα του Κυριακίδη, συγκινημένοι και υπερήφανοι. Την άλλη μέρα, όλη η Ελλάδα πανηγύριζε! Και δικαίως: ο αθλητής μας, έχοντας περάσει πείνα, κακουχίες, ταλαιπωρίες, από τη ναζιστική Κατοχή, όπως όλοι μας, είχε πετύχει μια παγκόσμια νίκη!
Με τέτοιους αθλητές μεγάλωσα. Με τον Σύλλα, τον Μάντικα, τον Μαυραπόστολο, τον Ραγάλο, τον Παλαμιώτη, τον Σίλλη, τον Καμπαδέλλη και τον Παπαβασιλείου αργότερα, τον Ρουμπάνη- ο κατάλογος είναι μακρύς. Αυτοί οι νέοι, όλοι μπατίρηδες, όλοι πεινασμένοι, χωρίς κανέναν ν΄ ασχολείται μαζί τους, με τη ρέγκα και τη φασολάδα στο πιάτο, αλλά με σκληρή δουλειά στα γυμναστήρια, κόβανε πρώτοι τον νήμα στον στίβο, σε κάθε μεγάλη βαλκανική διοργάνωση, πλημμύριζαν το Στάδιο με κόσμο, μας ενθουσίαζαν!
Τότε, καμαρώναμε για νίκες κατακτημένες με ιδρώτα και αίμα. Και σήμερα, δυστυχώς, σε κάποιες περιπτώσεις, κρύβουμε τα μούτρα μας από ντροπή, γιατί μερικοί θρίαμβοι είναι «μαϊμουδένιοι»- προϊόντα ντόπας. Της ανίκητης ντόπας, που δεν ανιχνεύεται στα εργαστήρια και μόλις ανιχνευθεί θα πέσει στην «αγορά» μια άλλη, πιο ισχυρή, για να χτίσει υπεραθλητές και να σακατέψει κορμιά και ψυχές εφήβων και νέων. Η αρχή έγινε, νομίζω, στην Ανατολική Γερμανία, με τους δεκάδες πρωταθλητές. Ακολούθησαν οι Σοβιετικοί. Και, φυσικά, οι Αμερικάνοι. Πέσανε πολλά εκατομμύρια στη μέση, για το εθνικό γόητρο. Τσιμπήσανε και μερικά ψίχουλα και οι αθλητές. Κι από κει και πέρα, αναπτύχθηκε μια τεράστια βιομηχανία: στάδια, ταρτάν, παπούτσια, ακόντια, αθλητίατροι, μασέρ, προπονητές, βιταμίνες, έπαθλα, διαφημίσεις- ένα γιγαντιαίο «κονόμι».
Θα πρέπει να μετρήσουμε σωστά το κύμα: θέλουμε μετάλλια ή αθλητισμό καθαρό, που είναι υγεία και χαρά της ζωής; Θα μένουμε πάτοι στις διεθνείς διοργανώσεις, χωρίς τη χρήση αναβολικών ή θα φοράμε «δάφνινα στεφάνια», φτιαγμένα από χάπια, ενέσεις και σιρόπια της βιομηχανίας των υπεραθλητών; Δύσκολο να παρατήσουμε τη δόξα και τα οικονομικά οφέλη, τώρα που τα συνηθίσαμε, αλίμονο...
Πάντως, η λύση του προβλήματος βρίσκεται κυρίως στα χέρια της Πολιτείας. Η ίδια η Πολιτεία σπρώχνει τα παιδιά μας να παίρνουν επικίνδυνες ουσίες για να διακριθούν στους στίβους και έτσι να εξασφαλίσουν εισαγωγή στα Πανεπιστήμια, γαλόνια στον Στρατό και «πακέτα» από εταιρείες ειδών σπορ, από σπόνσορες και διαφημίσεις προϊόντων. Υπάρχει αντίρρηση;
ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΚΑΙ ΔΕΙΤΕ ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΧΡΕΟΣ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΜΑΣ ΑΥΤΗ ΤΗ ΣΤΙΓΜΗ
Δευτέρα 14 Απριλίου 2008
ΟΙ «ΝΤΟΠΕΣ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου